Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “Άμυνα και Διπλωματία”

Κάθε φορά που διαβάζω ότι γίνονται εξετάσεις για την εισαγωγή νέων Ακολούθων Πρεσβείας στο υπουργείο Εξωτερικών -στη Διπλωματική Ακαδημία για την ακρίβεια – νιώθω κάπως περίεργα.

Έτσι νιώθω, διαβάζοντας τώρα τη σχετική προκήρυξη. Το κείμενο αυτό γράφω την ίδια ώρα που γίνονται οι εξετάσεις, δημόσια, στο ΥΠΕΞ. Πως να περιγράψω τα συναισθήματα μου; Ανάμεικτα αισθήματα νοσταλγίας μιας άλλης τότε ηλικίας, της ηλικίας των ονείρων από τη μία, αβεβαιότητας ίσως και δέους, από την άλλη.

Να εξηγήσω από την αρχή ότι νιώθω λύπη και ευθύνη. Ακριβώς πριν από τρία χρόνια, τον Ιανουάριο 2013, συνταξιούχος πια –πιο ομαλά και γλυκά προσγειώνεσαι με τον τίτλο «πρέσβης επί τιμή»- προσπάθησα να καταγράψω μερικά προσωπικά βιώματα σε ένα κείμενο που είχε τον τίτλο «Εκμυστηρεύσεις προς νέους διπλωμάτες».

Μη σπεύδετε να με κακολογήσετε, κυρίως, εσείς οι απόμαχοι του συναφιού μας. Τακτικοί ή περιστασιακοί και σεις θαμώνες γνωστών στεκιών του ευγενούς τετραγώνου με τις εξίσου γνωστές του προεκτάσεις στα προάστια. Όχι, δεν ήταν ένα μάθημα συμπεριφοράς ή συμβουλές ενός γηραιότερου -στη διπλωματική μας δεοντολογία προτιμάμε να τον προσφωνούμε «παλαιότερο»- προς νέους και νεότερους. Ήταν και είναι μια εκ βαθέων προσπάθεια καταγραφής της διαρκούς αναζήτησης μιας ισορροπίας. Της αναζήτησης του μέτρου μεταξύ του ανθρώπου και των αδυναμιών του αφενός και των απαιτήσεων της ζωής του Διπλωμάτη αφετέρου.

Δεν το κρύβω. Υπήρξαν στιγμές -αρκετές- στα 35 χρόνια που έπρεπε να πάρω μια απόφαση σύγκρουσης . Όχι με τους από πάνω, αλλά με το ίδιο μου τον εαυτό. Είναι, μου είναι, δύσκολο να σκεφτώ τώρα, ήδη πέντε χρόνια απόμαχος, τι θα είχα κάνει αλλιώς. Τα λάθη μου τα γνωρίζω και πάνω απ’ όλα τα αναγνωρίζω. Έχω εδώ και καιρό -από τότε που υπηρετούσα- αναλάβει και τις ευθύνες που μου αναλογούν. Δεν ξέρω αν αυτό είναι αρκετό –πάντως, όπου και αν υπηρέτησα, θεώρησα σκόπιμο να κάνω την αυτοκριτική μου.

Τρέχω πίσω 40 χρόνια πριν, εκεί στο 1976. Σκέφτομαι για παράδειγμα πόσο ματαιόδοξη ήταν η επιθυμία με τον τότε εισαγωγικό μισθό των 8.000 δραχμών να θεωρούμε -να θεωρώ κι εγώ– υποχρεωτικό ένα μεσημεριάτικο στο GB. Ακριβώς. Στη συνυφασμένη με τη σύγχρονη πολιτική και διπλωματική μας ιστορία «Μεγάλη Βρεταννία» (ο τόνος πάει πάντοτε στο «ι»), για να απολαύσω, συντροφιά με κάποιο συνάδελφο, το GB burger. Τελευταία, μου είπαν ότι επέστρεψε και πάλι στον καθημερινό κατάλογο εδεσμάτων. Τώρα όμως, τώρα πια με τη δραστική μείωση της σύνταξης, οι επισκέψεις στην προσφιλή αυτή γωνία είναι πολύ δύσκολη. Άλλωστε, η φιλοδοξία και η ματαιοδοξία, στη φάση αυτή της ζωής, έχουν λιγότερες απαιτήσεις.

Ναι, ο πήχης έχει χαμηλώσει. Ειδικά και γενικά. Όπου και να κοιτάξω. Αυτό σκέφτομαι είναι το βασικό, το κύριο πρόβλημα μιας ολόκληρης -συντεταγμένης σε κράτος- κοινωνίας. Βάζει τον πήχη ψηλά, διακηρύσσοντας μάλιστα ότι είναι ψηλότερα από κάθε άλλη φορά. Φωνάζει όμως «νικήσαμε» ή ακόμη «τους νικήσαμε» κάθε φορά που σπρώχνεται να περάσει από κάτω. Το άκουσα συχνά -όχι πάντα- και στα «δικά μας» θέματα.

Τελικά όμως συνηθίζουμε! Συνηθίζουμε στην αξιακή απαξίωση. Συνηθίζουμε στην έλλειψη στόχων. Συνηθίζουμε στα μικρά. Συνηθίζουμε στο σήμερα. Συνηθίζουμε στο έλασσον και στο εφήμερο. Ζούμε το σήμερα. Θυσιάζουμε το αύριο. Θυσιάζουμε το σημαντικότερο για την κοινωνική και εθνική μας συνοχή και προκοπή «όλον», χάριν του μίζερου και ασήμαντου “μέρους”.

Το έχω πει και ξαναπεί: ολέθρια σφάλματα, λάθη έγιναν και στο παρελθόν. Τα πλήρωσαν ή, αν προτιμάτε, τα πληρώσαμε. Ποτέ όμως μια γενιά δεν καταδίκασε -χωρίς μέχρι στιγμής να θέλει να αναλάβει και την ευθύνη- την επόμενη και τις επόμενες. Προκειμένου η ίδια να επιβιώσει. Κοινωνικά, οικονομικά, πολιτικά ή ακόμη και συντεχνιακά. Αυτή, δυστυχώς, είναι η δική μας γενιά. Είναι η δική μου γενιά. Είμαι και εγώ. Είναι λυπηρό. Είναι όμως η πραγματικότητα.

Ρίξτε μια ματιά γύρω σας. Το όραμα και ο ενθουσιασμός έδωσαν την θέση τους στην αυταπάτη και την θλίψη. Θλίψη, αλήθεια, ή κατάθλιψη; Η πολιτική έδωσε τη θέση της στην κακόγουστη επικοινωνία. Στόχοι στιγμής. Αποτελέσματα στιγμής. Ικανοποίηση στιγμής. Ψευδαισθήσεις στιγμής. Το αύριο και το μέλλον μπορούν να περιμένουν. Η αριστεία, ως κατ’ εξοχήν δημοκρατικό πλαίσιο παροχής ίσων δυνατοτήτων και ευκαιριών διάκρισης στους μη προνομιούχους, περιθωριοποιείται. Αν θέλετε, είναι ίσως ένα φυσιολογικό φαινόμενο καθόσον ευθυγραμμίζεται με το γενικό πλαίσιο απαξίωσης της αξιοκρατίας. Ένα φαινόμενο που, αντί να αποτελεί το αντίδοτο ως ανοσοποιητικό στοιχείο της κοινωνίας μας απέναντι στην κρίση, δείχνει να υποτάσσεται και εν τέλει, άνευ όρων, να παραδίδεται σ’ αυτήν.

– Άλμα εις βάθος

Είναι αυτό που έλεγα πριν για τον πήχη. Στον κλασικό αθλητισμό, όσο πιο χαμηλά τοποθετείται ο πήχης, τόσο η διάκριση είναι δυσκολότερη και εμποδίζεται ο πρωταθλητισμός. Γιατί όλοι μπορούν. Όσο πιο ψηλά όμως ανεβαίνει, τόσο δυσκολότερος γίνεται ο αγώνας.

Στην πραγματικότητα, ενώ ο ανταγωνισμός και η άμιλλα είναι πηγή και η δεξαμενή δημιουργίας , εμείς , η δική μας Ελλάδα, θέλει να τον περιορίσει. Η κλίμακα αξιών -με τα όποια ελαττώματα της- στις χώρες που προοδεύουν δεν έχει κοινά σημεία με την κατ’ όνομα «κλίμακα αξιών» που διέπει την ελληνική κοινωνία.

Στην πραγματικότητα, η θεσμικά κατοχυρωμένη αξιοκρατία είναι αυτή που έλειπε και λείπει από την σημερινή Ελλάδα. Ελπίζω, να μην καρποφορήσουν οι προσπάθειες της γενικευμένης μείωσης προσόντων , του αγωνίσματος δηλαδή του «άλματος εις βάθος», το οποίο, σημειωτέον, δεν περιλαμβάνεται ούτε στο κατάλογο των ολυμπιακών αθλημάτων. Η Ελλάδα διακρίνεται σε τόσα αγωνίσματα οπισθοδρόμησης, ώστε να μην έχει την ανάγκη διάκρισης και στο αγώνισμα αυτό.

Σας παρακαλώ! Σταματήστε, επίσης, να μας συγκρίνετε και να μας ετεροπροσδιορίζετε σε σχέση με τη Συρία, με τη Λιβύη και με την … Οι δικοί μας συναγωνιστές και συνάμα ανταγωνιστές είναι κάπου εκεί, στη μακρινή ήπειρο που λέγεται …Ευρώπη. Η διαπίστωση είναι πνιγηρή και λυπηρή. Στην πραγματικότητα, υποθηκεύουμε το μέλλον των νέων γενιών.

Το υπουργείο Εξωτερικών, παρά τις όποιες ατέλειές του, εξακολουθεί να διακρίνεται για την ποιότητα, παιδεία και εκπαίδευση των στελεχών του ανεξαρτήτως του κλάδου στον οποίον ανήκουν. Εξακολουθεί να έχει το καλύτερο και πιο ποιοτικό στελεχιακό δυναμικό. Όλων των κλάδων.

Ο νέος και η νέα που ξεκινούν με τα δικά τους όνειρα, στα μέσα της δεύτερης δεκαετίας του 21ου αιώνα, ειδικά στη σημερινή Ελλάδα της κρίσης και των κλειστών οριζόντων, γνωρίζουν ότι το επάγγελμα του διπλωμάτη δεν τους επιτρέπει αυτό που θα λέγαμε «άνετη ζωή».

Και όμως, αυτή η γενιά των νέων διπλωματών τα ονόματα των οποίων αγνοώ, ναι αυτή η δεκαπεντάδα που ετοιμάζεται να διαβεί τα σκαλοπάτια της Διπλωματικής Ακαδημίας, σίγουρα είναι η πιο κοσμοπολίτικη, η πιο ενημερωμένη, η πιο ανοιχτή στον κόσμο και στις εξελίξεις και η πιο διαβασμένη σε σύγκριση και με τη δική μας.
Αυτή είναι η γενιά των ηλεκτρονικών υπολογιστών και του διαδικτύου. Είναι η γενιά των νέων των δεκαετιών του τέλους του ’80 και των αρχών του ’90. Μεγάλωσε όμως και γαλουχήθηκε σε μια άλλη, σε μια διαφορετική Ελλάδα. Στην Ελλάδα της (εικονικής;) ευμάρειας, στην Ελλάδα χώρα-πρότυπο και πόλο έλξης για τους γείτονες της. Σήμερα, οι γείτονες αποτελούν τον πόλο έλξης και τον ασφαλή λιμένα για τις ελληνικές επιχειρήσεις, ενώ η Ελλάδα προτιμά να διώχνει -ακόμη πιο μακριά- τους επιστήμονες και τα καλά μυαλά της.

Η αλήθεια είναι ότι η δική μας γενιά έδωσε τις μάχες της, για να μπορέσει να μπει και να ορθοποδήσει η Ελλάδα στη μεγάλη οικογένεια της Ευρώπης. Αρχικά, χάρις στην επιμονή και στο όραμα του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Ναι, σίγουρα, σε μια Ευρώπη, που πιστέψαμε και οραματιστήκαμε, διαφορετική από τη σημερινή. Η σημερινή, αντί του μεγαλείου της, δείχνει καθημερινά, σε βασικά θέματα και άξονες της πολιτικής της, να απομακρύνεται από τις βασικές, από τις θεμελιώδεις αρχές και τις αξίες της. Όχι δεν έχω πια κατά νου την αλληλεγγύη την οποία η Ελλάδα, συνήθως, επικαλείται. Έχω, κυρίως, κατά νου την ανθρωπιά, τον ανθρωπισμό και το σεβασμό στη ζωή.

Στο προσφυγικό, η σημερινή Ευρώπη δείχνει και εδώ, στο Αιγαίο, τη σκοτεινή της πλευρά. Στην πράξη , τι ακριβώς μας λέγει; Αυτό, τώρα, δυσκολεύομαι να το αντιληφθώ. Ανεξάρτητα από τις σοβαρές δικές μας ευθύνες, ολιγωρία και καθυστερήσεις.

Όπως δείχνουν τα πράγματα, οι νέοι διπλωμάτες μας θα δώσουν διαφορετικές μάχες από τις δικές μας. Φοβούμαι, επίσης, ότι συμβαίνει πλέον και κάτι ανορθόδοξο. Πρωτόγνωρο. Θα προσπαθούν, στους επόμενους μήνες και χρόνια, να κρατήσουν την Ελλάδα, τον «αδύνατο κρίκο της Ευρώπης», όπως λέγεται και όπως γράφεται, μέσα στους ευρωπαϊκούς θεσμούς.

Ναι, λοιπόν, δεν σας το κρύβω. Νιώθω κάπως ιδιαίτερα που η προικισμένη αυτή γενιά τώρα θα δοκιμάσει την τύχη της και θα αναλάβει, με την πάροδο του χρόνου, τα ηνία της Διπλωματικής μας Υπηρεσίας. Δυστυχώς, η Ελλάδα την οποία καλείται με πάθος, με πατριωτισμό, με πίστη και, πάνω από όλα, με γνώση να υπηρετήσει και να εκπροσωπήσει είναι (ή, τουλάχιστον, δείχνει να είναι) διαφορετική από τη χώρα που έδωσε σε μας, στη δική μας γενιά, απλόχερα την ευκαιρία να την υπηρετήσουμε. Την ευθύνη γι’ αυτό έχει και η δική μας γενιά. Εμείς. Εγώ.

Για το λόγο αυτό, σήμερα, νιώθω την ανάγκη και την υποχρέωση να ζητήσω συγγνώμη από τους νέους διπλωμάτες.