Δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα “Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ“, 15/09/2024

Ο αναθεωρητισμός, πολιτιστικός, ιστορικός και εδαφικός, και η συζήτηση για νέα αλλαγή συνόρων κάθε άλλο παρά απουσιάζουν σήμερα στα Βαλκάνια. Πάντοτε επίσης θα υπάρχουν αναθεωρητές –στα Σκόπια επανήλθαν στην κυβέρνηση– πρόθυμοι να αθετήσουν διεθνείς συμφωνίες που φέρουν και τη σφραγίδα (witnessed by) των Ηνωμένων Εθνών. Η Αθήνα δικαίως εγκαλεί τα Σκόπια για καταστρατήγηση της αρχής «τα συμφωνηθέντα πρέπει να τηρούνται» και για συγκεκριμένες παραβιάσεις των θεμελιωδών άρθρων της Συμφωνίας των Πρεσπών.

Η σημερινή ελληνική κυβέρνηση είχε ως αξιωματική αντιπολίτευση αντιταχθεί τόσο κατά την υπογραφή το 2018 όσο και κατά την κύρωσή της το 2019, τονίζοντας όμως ότι εάν εν τω μεταξύ κυρωθεί από τη Βουλή των Ελλήνων, θα ήταν τότε υποχρεωμένη να την εφαρμόσει ως κυβέρνηση. Τούτο ακριβώς έγινε. Στα Σκόπια, η βορειομακεδονική κυβέρνηση συνεργασίας VMRO και συγκεκριμένων αλβανικών κομμάτων, υπό τον συνοδοιπόρο του κ. Oρμπαν πρωθυπουργό κ. Χρίστιαν Μίτσκοσκι, προκαλεί. Ισχυρίζεται ότι την εφαρμόζει, ότι δεν την παραβιάζει, επιπλέον, δε, την επικαλείται όταν κατά κόρον χρησιμοποιεί την ονομασία Macedonia ερμηνεύοντας κατά το δοκούν το άρθρο 7, παράγραφος 5.

Οι χρήσιμες, αν και υπερτονισμένες δηλώσεις αξιωματούχων της Ευρωπαϊκής Eνωσης και των ΗΠΑ υπογραμμίζουν μεν την ανάγκη προσήλωσης της κυβέρνησης της Βόρειας Μακεδονίας στη Συμφωνία των Πρεσπών, όμως δεν προβάλλουν –δημόσια τουλάχιστον– το γεγονός ότι η ονομασία «Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας» είναι erga omnes δεσμευτική.

Ο πρωθυπουργός της γειτονικής μας χώρας δεν θα αφήσει αναξιοποίητη την ευκαιρία να μιλήσει στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη το τελευταίο δεκαήμερο του Σεπτεμβρίου. Σαφές είναι ότι η χρήση οποιασδήποτε ονομασίας εκτός της επικυρωθείσας στα (από τα) Ηνωμένα Eθνη θα εντείνει το πρόβλημα. Πρόκληση μετωπική κατά της Ελλάδος και περιφρόνηση προσωπική του γενικού γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, δοθέντος ότι κ. Μάθιου Νίμιτς υπέγραψε τη Συμφωνία των Πρεσπών με την ιδιότητα του προσωπικού αντιπροσώπου του. Η ενεργοποίηση τώρα του γενικού γραμματέα είναι αναγκαία. Ο κ. Αντόνιο Γκουτέρες έχει άλλωστε ενδελεχώς ενημερωθεί τόσο από τον κ. Νίμιτς όσο και από τον Ελληνα πρωθυπουργό.

Ερχομαι τώρα στο πλέον κρίσιμο σημείο. Αν είμαστε απόλυτα σίγουροι, τότε δεν υπάρχουν πολλές επιλογές. Στην πραγματικότητα μία υπάρχει. Είναι η προβλεπόμενη από το άρθρο 19 της Συμφωνίας των Πρεσπών διαδικασία επίλυσης των διαφορών, ήτοι: αναζήτηση λύσης μέσω διμερών διαπραγματεύσεων, η οποία άλλωστε ήδη έχει λάβει τον χαρακτήρα γραπτών διαβημάτων (παρ. 2), προσφορά καλών υπηρεσιών του γενικού γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών –ο οποίος συνυπογράφει τη συμφωνία διά του κ. Νίμιτς– και εντέλει υποβολή/προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο Δικαιοσύνης της Χάγης (παρ. 3). Να γιατί, χωρίς βέβαια να έχουμε ψευδαισθήσεις, πρέπει να προκαλέσουμε την εμπλοκή του κ. Γκουτέρες. Αν και η Νέα Υόρκη αποδειχθεί άκαρπη, τότε επόμενος και μάλλον τερματικός σταθμός θα είναι η Χάγη. Η διαδικασία, αν υποθέσουμε ότι θα ξεκινήσει σήμερα, θα πάρει τουλάχιστον μία διετία προκειμένου να αποφανθεί το Διεθνές Δικαστήριο.

Η απουσία αποτελεσματικής διαδικασίας επίλυσης προβλημάτων ερμηνείας και εφαρμογής είναι μια ατέλεια της Συμφωνίας των Πρεσπών. Ανασφάλεια, αβεβαιότητα και περί του πρακτέου προβλήματα μας δημιούργησε –το καταθέτω ως ο τότε διπλωματικός αντιπρόσωπος στα Σκόπια– η απουσία αντίστοιχου αποτελεσματικού μηχανισμού και από την Ενδιάμεση Συμφωνία της Νέας Υόρκης του Σεπτεμβρίου 1995. Με τη διαφορά ότι εκείνη ήταν μεταβατική, ίσχυε μέχρι αντικατάστασής της από την οριστική, χωρίς τις βαριά ανελαστικές, εσαεί δεσμευτικές θεμελιώδεις πρόνοιες που δεν μπορούν να αναθεωρηθούν. Οι δημόσιες δηλώσεις μας προς τη Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας επιβάλλονται. Δεν αποτελούν όμως στοιχείο του προβλεπόμενου από το άρθρο 19 της Συμφωνίας των Πρεσπών μηχανισμού ανάδειξης και επίλυσης των διαφορών.

Ο πρωθυπουργός κ. Μίτσκοσκι προκαλεί προτρέποντάς μας «να πάμε στη Χάγη». Κατά το άρθρο 19 μπορούμε να προσφύγουμε μονομερώς, μετά όμως την πάροδο ενός εξαμήνου άκαρπων(;) διμερών διαβουλεύσεων για υπογραφή συνυποσχετικού. Η απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου δεν μπορεί να προεξοφληθεί. Ας μην υποτιμήσουμε όμως τη βούληση, ικανότητα και δυνατότητες των γειτόνων μας. Προ 15ετίας εκείνοι μας έσυραν στο Διεθνές Δικαστήριο. Οδυνηρή εμπειρία. Προφανώς συμβουλεύονται και τώρα τους αδρά αμειβόμενους διεθνείς δικηγόρους στη Χάγη. Γνωρίζω ότι η απόφαση θέλει ζύγισμα. Αν όμως δεν αναλάβουμε εμείς πρωτοβουλία και εκ νέου αδρανήσουμε, τότε είναι σαν να επιβεβαιώνεται η ερμηνεία του πρωθυπουργού κ. Μίτσκοσκι ότι η Ελλάδα δεν είναι επισπεύδουσα διότι η νομική θέση και ερμηνεία μας δεν αποτελούν θέσφατο. Τότε, όπως και στο παρελθόν, πιθανόν να λάβει εκείνος πρωτοβουλία. Η καθυστέρηση στο παρελθόν της κύρωσης των αφορώντων τη Βόρεια Μακεδονία και το ΝΑΤΟ πρωτοκόλλων δεν ενισχύει τη θέση μας.

Γιατί παραλείπω τις Βρυξέλλες; Δεν υποτιμώ τα πλεονεκτήματα και τις δυνατότητές μας. Ομως: πρώτον, η Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας έγινε το 2019 μέλος του ΝΑΤΟ οριστικά και αμετάκλητα. Δεύτερον, κάθε συγκεκριμένη –όχι για επικοινωνιακή εσωτερική κατανάλωση– παρεμπόδιση της ενταξιακής της πορείας στην Ευρωπαϊκή Ενωση ενισχύει τη θέση και έναντι της Ελλάδος πολιτική του VMRO και του κ. Μίτσκοσκι στη γειτονική χώρα και τη νομική/διπλωματική του φαρέτρα στο πλαίσιο του άρθρου 19 και προφανώς της Χάγης. Η πολυετής καθυστέρηση έναρξης των ενταξιακών διαπραγματεύσεων –αντίθετα με τους ανεδαφικούς αυτοματισμούς που προεξοφλούσε η Συμφωνία των Πρεσπών– και η λόγω Βουλγαρίας προσθήκη νέων όρων με τη στήριξη κρατών-μελών της Ε.Ε. προκάλεσαν απογοήτευση της κοινής γνώμης στη γειτονική μας χώρα και υπονόμευσαν τους πολιτικούς ηγέτες (Σλάβους και Αλβανούς) που στήριξαν τις Πρέσπες. Κυρίως όμως εκτόξευσαν στην εξουσία το VMRO.

Ας κοιτάξουμε τι πρέπει και τι μπορεί να γίνει, και όχι μόνο τι έπρεπε και τι μπορούσε να γίνει, αλλά δεν έγινε. Η επίκληση της χθεσινής αβελτηρίας δεν είναι η διέξοδος σήμερα. Αντίθετα με την πρακτική της τότε κυβέρνησης, στις περί του πρακτέου διαβουλεύσεις η συμμετοχή πολιτικών, διπλωματών και νομικών που διαπραγματεύθηκαν τη Συμφωνία των Πρεσπών είναι χρήσιμη.