Εκτός Ελλάδος, στη χώρα που ακριβώς πριν από πενήντα χρόνια, επί δικτατορίας, μου προσέφερε ασφαλές καταφύγιο. Τη διακρίνει η εμβληματική οργάνωση, η διακριτικότητα, ο προγραμματισμός τόσο σε επίπεδο συνομοσπονδίας όσο και σε επίπεδο καντονιών και δήμων και κοινοτήτων και η τριεπίπεδη αποκεντρωμένη κατανομή πόρων, ανθρώπινου δυναμικού, ανταποδοτικών οφελών, εξουσιών και υποχρεώσεων. Σε όλα τα επίπεδα, κυρίως όμως στο επίπεδο της κεντρικής κυβέρνησης, στο πολυκομματικό Ομοσπονδιακό Συμβούλιο (Conseil Federal), η συναίνεση (consensus) και το αίσθημα της συλλογικότητας (collegiality) είναι η βάση αναζήτησης λύσεων και λήψης αποφάσεων.

Η επίδειξη ατομικής πειθαρχίας, χωρίς μεταφυσικές υπεκφυγές, στις αποφάσεις που αφορούν στο σύνολο αποτελεί για την Ελβετία, περισσότερο ίσως από τις τράπεζες, την εξήγηση της επιτυχίας. Συναίνεση και συνέχεια, καταγεγραμμένες και αφομοιωμένες εδώ και δεκαετίες διαδικασίες και απλά αυτοματοποιημένες δράσεις –αυτά που λόγω πανδημίας μάθαμε να αποκαλούμε πρωτόκολλα–, αυτοσεβασμός και ατομική ευθύνη συνιστούν βασικούς παράγοντες ευημερίας, ισορροπίας, σταθερότητας.

Στέκομαι στην άμυνα. Υποδειγματική η οργάνωση των πολιτών της, εφέδρων και επί μακρόν οιονεί κληρωτών. Θεμελιώδη παρακαταθήκη αποτελεί το δόγμα της «ολοκληρωτικής άμυνας» –υποδειγματικό και για χώρες με νησιωτικά συμπλέγματα– του εμπνευστή της, στρατηγού Ενρί Γκιζάν, τον Ιούνιο 1942. Δοθέντος ότι η Ελβετία είναι περίκλειστη χώρα, στηρίχθηκε στην αξιοποίηση της μορφολογίας του εδάφους και των ορεινών όγκων. Συνδεδεμένοι ακόμη σήμερα με ένα μοναδικό σύστημα υπερσύγχρονων μυστικών πλήρως εξοπλισμένων οχυρωματικών έργων, μυστικών υπόγειων αεροδρομίων και καλοσυντηρημένων καταφυγίων που μπορούν να φιλοξενήσουν μεγάλο τμήμα του αστικού πληθυσμού. Βασικό μέλημα, η διατήρηση της λειτουργίας των κυβερνητικών και κρατικών δομών σε περίπτωση εκτάκτου ανάγκης. Σε άριστη κατάσταση εδώ και 80 χρόνια. Η δυνατότητα αυτόνομης, αποφασιστικής εθνικής άμυνας σε βάθος χρόνου, με δραματικό κόστος για τον επίδοξο εισβολέα, θεωρείται ότι αποτέλεσε στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο αποφασιστική αποτροπή προς τη ναζιστική Γερμανία. Με ταυτόχρονο όμως το ερώτημα αν και κατά πόσον υπήρξε τότε πραγματική απειλή. Γιατί διατηρούνται; Η απάντηση το 2022 μοιάζει να είναι ευκολότερη. Η απειλή στην Ευρώπη είναι πραγματική.

Μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η Ελβετική Συνομοσπονδία ευθυγραμμίστηκε πλήρως με την υπόλοιπη Ευρώπη και τις ΗΠΑ στην ενεργητική λήψη οικονομικοτραπεζικών μέτρων και άλλων κυρώσεων κατά της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Οι περί ουδετερότητας προτροπές και οι διακηρυκτικοί αστερίσκοι –συμβαίνει δυστυχώς και στην Ελλάδα– δεν εμπόδισαν τη συνταγματικά ουδέτερη Ελβετία να ενεργοποιηθεί. Απέναντι στη μεγαλύτερη μεταπολεμική στρατιωτική επιχείρηση αναθεώρησης και αλλαγής συνόρων στην Ευρώπη, έλαβε αποφάσεις –με πολιτικό ασφαλώς υπόβαθρο– υπερεξοπλισμού της. Συμπεριλαμβανομένης της αγοράς 31 αμερικανικών F-35Α και συνεργειών με βορειοατλαντικές διευθετήσεις συλλογικής ασφάλειας. Η πολιτική αυτή θεωρήθηκε από συγκεκριμένους πολιτικούς και τμήμα της κοινής γνώμης ως εγκατάλειψη της παραδοσιακής ουδετερότητας. Ανάλογες όμως ήσαν οι επικρίσεις προ εικοσαετίας, όταν η Ελβετία εντάχθηκε στα Ηνωμένα Εθνη (Σεπτέμβριος 2002) έπειτα από διεξαγωγή δημοψηφίσματος.

Ο Ιωάννης Καποδίστριας αποτελεί ιστορικό και σύγχρονο σύμβολο των ελληνοελβετικών συνειρμών. Δεν είναι τυχαίο ότι η παρακείμενη του γραφείου του υπουργού Εξωτερικών αίθουσα φέρει το όνομά του. Να γίνουμε Ελβετία; Εφικτό, πραγματισμός και ρεαλισμός, έννοιες παραπλήσιες αν όχι ταυτόσημες, είναι αναπόδραστα συνδεδεμένες με τη φύση του διπλωμάτη.

Μεταξύ των θεμελιωδών διαφορών της με την Ελλάδα είναι ότι καμία γειτονική της χώρα δεν συμπεριφέρεται όπως η Τουρκία. Καμία δεν έχει ως δόγμα την αλλαγή συνόρων, την αμφισβήτηση της κυριαρχίας και τον στρατιωτικοποιημένο αναθεωρητισμό. Ουδείς απειλεί την Ελβετία με πόλεμο.

Επιπλέον, ουδείς διανοήθηκε να θέσει θέμα ασυμβίβαστου των οχυρωματικών αμυντικών έργων και εξοπλισμών της Ελβετίας με το δόγμα της ουδετερότητας. Συνεχίζει να εξοπλίζεται. Σήμερα, ακόμη και η ευδαίμων Ελβετία νιώθει την απειλή του αναθεωρητισμού.

Σημείωση: Ο κ. Ιωάννης Πετσίλας, διευθυντής της τότε Γεν. Γραμ. Τύπου και Πληροφοριών, ευγενικά μου υπενθύμισε ότι ήταν ο υπεύθυνος και εμπνευστής της έκδοσης «Απειλή στο Αιγαίο» που εξαίρω στο άρθρο μου της 17ης Ιουλίου. Τον ευχαριστώ.