Συνέντευξη στην ιστοσελίδα FREE SUNDAY και στον δημοσιογράφο Δημήτρη Χρυσικόπουλο, 29/09/2018
Κατ’ αρχάς θα ήθελα να μου πείτε σε ποιο σημείο εκτιμάτε ότι βρισκόμαστε όσον αφορά το ονοματολογικό ζήτημα της ΠΓΔΜ.
Τη στιγμή αυτή χρησιμοποιούνται διεθνώς τρεις ονομασίες για τη γειτονική μας χώρα:
Πρώτον: Οι γείτονές μας χρησιμοποιούν την ονομασία «Republika Makedonija». Στο Σύνταγμά της, που υιοθετήθηκε στις 17 Νοεμβρίου 1991, η ονομασία είναι στην κυριλλική γραφή, όπως σαφώς και ρητώς προσδιορίζεται. Εν συνεχεία δηλαδή της κήρυξης της ανεξαρτησίας της χώρας από την Ομοσπονδιακή Γιουγκοσλαβία με το δημοψήφισμα της 8ης Σεπτεμβρίου 1991. Η μετάφραση στην αγγλική είναι Republic of Macedonia. Πολλές χώρες –δεν είμαι όμως έτοιμος να αποδεχτώ χωρίς επιβεβαίωση τον αριθμό που δίνουν τα Σκόπια– έχουν πλέον αποδεχτεί και συμφωνήσει στη χρήση της λεγόμενης συνταγματικής ονομασίας στις διμερείς τους με τους γείτονές μας σχέσεις. Περισσότερες, πάντως, χώρες, ηγέτες, αξιωματούχοι κ.λπ. χρησιμοποιούν στην επίσημη αλληλογραφία και έγγραφα απλά την ονομασία Macedonia ή Macedoine.
Δεύτερον: Ταυτόχρονα, όμως, στους διεθνείς και περιφερειακούς οργανισμούς, οργανώσεις και συμβάσεις εξακολουθεί να χρησιμοποιείται, παρά τις αντιδράσεις των Σκοπίων, εδώ και 25 χρόνια η ονομασία «the former Yugoslav Republic of Macedonia». Κυρίως λόγω των ελληνικών ενεργειών, που θεμελιώνονται στις Αποφάσεις 817 και 845 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και στις πρόνοιες της Ενδιάμεσης Συμφωνίας της Νέας Υόρκης (13 Σεπτεμβρίου 1995). Θυμίζω ότι με την εν λόγω συμφωνία η Ελλάδα αναγνώρισε τη γειτονική μας χώρα με το προσωρινό αυτό όνομα και συνήψε διπλωματικές σχέσεις σε πρώτο στάδιο –ισχύει εδώ και 23 χρόνια– σε επίπεδο Γραφείων Συνδέσμου.
Τρίτον: Η ονομασία «Republic of North Macedonia» (Βόρεια Μακεδονία) που προβλέπεται από τη Συμφωνία των Πρεσπών θα ισχύσει έναντι όλων (erga omnes) μόνο εφόσον ολοκληρωθεί η περίπλοκη και αβέβαιη –στην Ελλάδα κυρίως, χωρίς να μπορέσουμε να αποκλείσουμε παντελώς κάποια έκπληξη και στην ΠΓΔΜ– διαδικασία κύρωσης και αναθεώρησης του Συντάγματος του 1991. Διεθνώς, όμως, και ειδικότερα στο πλαίσιο του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, η υιοθέτηση του νέου αυτού ονόματος, παρά τις πρόνοιες της Συμφωνίας των Πρεσπών, εκτιμώ ότι ενδέχεται να μην είναι μια αυτόματη διαδικασία. Με τα σημερινά δεδομένα, θα υπάρξουν καθυστερήσεις, ίσως δε και περιπλοκές.
Στην περίπτωση που λόγω μη κύρωσής της δεν ισχύσει τελικά η Συμφωνία των Πρεσπών, τότε διμερώς με την Ελλάδα θα εξακολουθούν να ισχύουν θεωρητικά τα απομεινάρια της διάτρητης πλέον σήμερα Ενδιάμεσης Συμφωνίας. Διεθνώς, δύσκολα μπορώ να κάνω ακριβή εκτίμηση και πρόβλεψη της επόμενης ημέρας.
Πώς κρίνετε τη Συμφωνία των Πρεσπών και πώς σχολιάζετε τις εντός και εκτός Ελλάδας αντιδράσεις γι’ αυτήν;
Επιτρέψτε μου να παραθέσω ένα αυτούσιο απόσπασμα από το δοκίμιό μου που κυκλοφόρησε αυτή την εβδομάδα με τίτλο «Ελλάδα και Βόρεια Μακεδονία – Η Αυτοψία της Δύσκολης Συμφωνίας των Πρεσπών» (Εκδόσεις Ι. Σιδέρης ) με πρόλογο, στην πραγματικότητα, ένα αυτοτελές δοκίμιο του Ευάγγελου Βενιζέλου:
Τα κεντρικά ζητήματα της γλώσσας και της εθνότητας/ιθαγένειας/υπηκοότητας εκτιμώ ότι αποτελούν την “αχίλλειο πτέρνα” της Συμφωνίας των Πρεσπών.
Ήσσονος σημασίας είναι αν στην Ελλάδα ολοένα περισσότερο ενισχύεται η θέση ότι η Συμφωνία στον σκληρό της πυρήνα δεν εξασφαλίζει την καθαρότητα και την απόλυτη σαφήνεια. Θεμελιώδεις δηλαδή προϋποθέσεις για μία τόσο σημαντική, κομβική Συμφωνία. Για την ορθή της κατανόηση είμαστε υποχρεωμένοι να προσφεύγουμε σε λεξικά, καθώς και σε συγκρουόμενες ερμηνείες. Δεν μου διαφεύγει επίσης ότι η ερμηνεία ή η παρερμηνεία ακολουθεί ή υποτάσσεται και σε κομματικούς κανόνες. Αυτό όμως ήταν αναπόφευκτο τη στιγμή που η κυβέρνηση αντί της συναίνεσης και της συνεννόησης προέκρινε την πολιτική σύγκρουση.
Μείζονος εν τούτοις σημασίας δεν είναι αυτή η εσωτερική πτυχή. Είναι η διεθνής. Το πρόβλημα διαπιστώθηκε πριν καν στεγνώσει η μελάνη των υπουργικών υπογραφών. Αφορά στη θεμελιωδώς διαφορετική ερμηνεία των εν λόγω συστατικών της Μακεδονικής ταυτότητας όρων (γλώσσα, ιθαγένεια/υπηκοότητα/εθνικότητα) μεταξύ των δύο συμβαλλομένων στη Συμφωνία μερών. Υπάρχει τη στιγμή αυτή σαφής ως προς την ερμηνεία διαφορά μεταξύ των δύο Κυβερνήσεων, της Ελλάδος και της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας…
Η θέση μου είναι σαφής. Την είχα επανειλημμένα δημοσιοποιήσει υπό μορφή έκκλησης προς την κυβέρνηση: Ενημερώστε την αντιπολίτευση και συνεννοηθείτε. Αυτονόητο είναι ότι η ίδια έκκληση αφορά σε όλο το πολιτικό σύστημα. Τη θεσμική και πολιτική όμως ευθύνη έχει η κυβέρνηση. Η ορθή προσέγγιση θα ήταν να προσέλθουμε στις διαπραγματεύσεις με τα Σκόπια έχοντας εκ των προτέρων εξασφαλίσει στο εσωτερικό τη μεγαλύτερη δυνατή πολιτική στήριξη και συνοχή. Η κυβέρνηση επέλεξε το αντίθετο. Με την τακτική αυτή υπονόμευσε αποκλειστικά τις δικές της επιλογές. Δείχνει τώρα να εκπλήσσεται από την αντίδραση της κοινής γνώμης. Αν είχε δρομολογήσει ένα πλαίσιο πραγματικής συνεννόησης, αναμφίβολα η κατάσταση σήμερα θα ήταν πλέον ευνοϊκή. Χωρίς πολιτική συνεννόηση δεν μπορούμε να βρούμε βιώσιμες λύσεις στα εθνικά ζητήματα. Επιπλέον, αν δεν στηριχτούν από την κοινωνία, δύσκολα αντέχουν στη δοκιμασία του χρόνου.