Παρά τη κρίση, υπάρχει ένα είδος που εξακολουθεί να ευδοκιμεί. Οι διάφοροι ετερόφωτοι σύμβουλοι, ειδικοί και μη. Κατακλύζουν διαχρονικά τα πάσης φύσεως Γραφεία της εξουσίας έχοντας, κατά δήλωση, αξιόλογους τίτλους σπουδών. Σπάνια όμως ξεχώρισαν για τη δυνατότητα τους να κινηθούν με ρεαλιστικό και πραγματιστικό στόχο. Εικονολάτρες, αποφεύγουν την όσμωση με τη διοίκηση, κατά κανόνα, επιδιώκουν να υποκαταστήσουν και να την αντικαταστήσουν. Διαρκούν ένα δωδεκάμηνο ή ένα εξάμηνο ανάλογα με το χρόνο που η πηγή της εξουσίας τους – υπουργός ή υφυπουργός – μένει στη θέση της. Συνήθως αποχωρούν όπως ακριβώς έρχονται, την ίδια μέρα αποπομπής ή μετακίνησης του υπουργού.
Αν ο υπουργός μετακινείται σε άλλο θώκο, τον ακολουθούν ως οιονεί “κατά πάντα και δια πάντα” γνώστες και ικανοί.
Την επόμενη μέρα έρχονται άλλοι, καινούργιοι, που πρεσβεύουν νέα συνήθως πολιτική – συνήθως με κατασταλαγμένες απόψεις για ριζική αλλαγή όταν πρόκειται για αναδόμησή στην ίδια κυβέρνηση – ανατρέποντας τη προηγούμενη. Ακολουθώντας πιστά τη προσωπική γραμμή του νέου υπουργού στο προθάλαμο του οποίου έχουν εγκατασταθεί. “Όλα ξεκινούν σήμερα” είναι συνήθως το γενικό πρόσταγμα.
Αυτά συμβαίνουν ακόμη και σήμερα. Σε βαθμό μάλιστα ασύμβατο με την εικόνα της ανέχειας, της κρίσης και της ανάγκης για περιστολή των λειτουργικών δαπανών του δημοσίου. Μπορεί να διασφαλισθεί με το τρόπο αυτό συνεχεία και συνέπεια;
Αφήνω δε στην άκρη τη λεγόμενη “επικοινωνιακή πολιτική” που είναι πλέον το υποκατάστατο της πραγματικής πολιτικής. Επιπλέον, στα τριανταπέντε χρόνια που υπηρέτησα τη πατρίδα μου δεν μπόρεσα να καταλάβω γιατί στην Ελλάδα το πολιτικό κύρος, η αποτελεσματικότητα και η προσωπική αξιοπιστία συνδυάζονται και εξαρτώνται από το εμβαδόν, το νέο διάκοσμο και το φρέσκο βάψιμο του Υπουργικού γραφείου και του προθαλάμου. Ακόμη και σήμερα.
Απόσπασμα από άρθρο με τίτλο ” Το Ελληνικό Ζήτημα” που δημοσιεύθηκε στο Foreign Affairs