Γιατί τα βάλαμε με τη Ρωσία; Μας συμφέρει; Κοιτάξτε την Τουρκία. Να τηρήσουμε ουδετερότητα.

Σταχυολογώ μερικά δηκτικά ερωτήματα που παρεμβαίνουν στον διάλογο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Κατά κανόνα προσέχω εκείνους που επιχειρηματολογούν και αγνοώ όσους συνθηματολογούν.

Δεν είναι εύκολο να απαντήσεις με μια ψύχραιμη θέση όταν επικρατεί ο στιγμιαίος αλαλαγμός, θαυμασμός ή αποτροπιασμός και συγκεκριμένα «πρότυπα». Oταν προσκαλούμαι σε μια συζήτηση, σπεύδω πάντοτε να διευκρινίσω ότι η θέση που διατυπώνω εδράζεται σε πολυετή επαγγελματική ενασχόληση, πρακτική και γνώση του διπλωμάτη και στην επί του πεδίου εμπειρία. Θετική και αρνητική. Η γνώμη πρέπει να στηρίζεται στη γνώση. Δύσκολο σε μια χώρα όπου η γνώμη προτρέχει των γεγονότων.

Η ευθύνη είναι ανάλογη και των κρίσιμων θέσεων που μας εμπιστεύθηκαν διαδοχικές κυβερνήσεις και υπουργοί. Δυσεξήγητο είναι να δίδουν λαβή «αναλυτές» για αμφισβήτηση της υπηρεσιακής τους αξίας και ορθολογισμού. Ανεξαρτήτως της λήξης της υπηρεσιακής μας σχέσης –της θητείας μας στο υπουργείο Εξωτερικών ή στις Eνοπλες Δυνάμεις– η υποχρέωση για εκφορά υπεύθυνου λόγου δεν εκλείπει. Αυτή είναι η νοητή «κόκκινη γραμμή» που μας διακρίνει από τους απελευθερωμένους από την αντίληψη του αριστοτελικού «μέτρου» καθημερινούς τιμητές. Πώς να απουσιάσουν σήμερα οι εκατοντάδες ρωσο-ουκρανολόγοι όταν προ εικοσαετίας έβριθε η Ελλάδα τόσων αφγανο-πακιστανολόγων;

Ο ορθολογισμός δεν είναι επίσης εύκολος σε έναν δημόσιο διάλογο όπου οι εκατέρωθεν χαρακτηρισμοί είναι δυσανάλογα οξείς και περιορισμένοι σε σύγκριση με τον γλωσσικό μας πλούτο. Η ανθρωποτραγωδία του πολέμου στην Ουκρανία δεν έχει «συνεισφέρει» στη διεύρυνση του λεξιλογίου.

Καλόπιστα μπορώ να αποδεχθώ ότι η ειρήνη θα μπορούσε να αντιπαρατεθεί και αντιπαραταχθεί στον πόλεμο υπό έναν όρο. Αν συμφωνήσουμε δηλαδή ότι ειρήνη σημαίνει:

• Οχι στη στρατιωτική εισβολή της Ρωσία στο έδαφος της γειτονικής Ουκρανίας.

• Οχι στον βαρβαρότητα του βομβαρδισμού αμάχων, πόλεων, νοσοκομείων, γηροκομείων, θεάτρων, πολιτιστικών μνημείων, συμπεριλαμβανομένων και μελών της ελληνικής κοινότητας στη Μαριούπολη.

• Οχι στα εγκλήματα πολέμου και στην ωμή παραβίαση των θεμελιωδών ανθρωπιστικών γραπτών και άγραφων κανόνων.

Αν έτσι ορίσουμε την ειρήνη, τότε συμφωνούμε. Αν όμως ειρήνη εννοούμε τον επιμερισμό ευθύνης μεταξύ εκείνου που παραβιάζει δίκαιο, Χάρτη του ΟΗΕ και ευρωπαϊκές συμφωνίες, και εκείνου που αμύνεται «υπέρ βωμών και εστιών», τότε οριστικά διαφωνούμε. Ακόμη και αν υποθέσουμε ότι εταίροι και σύμμαχοί μας έδειχναν «κατανόηση», η Ελλάδα με την ιστορία και τις σταθερές διαχρονικές επιλογές της μόνο μία στάση δικαιούται και υποχρεούται να έχει. Τη σημερινή.

Η ουδετερότητα ουδέποτε υπήρξε δική μας απόφαση. Προτιμήσαμε το Μολών Λαβέ, το «Οχι», την αντίσταση. Συχνά με ανείπωτο φόρο αίματος και καταστροφές. Τιμούμε τη «δόξα και τον ηρωισμό των Ελλήνων» θωρώντας ότι δικαιωματικά μας ανήκει.

«Μετά δε τοῦτο ἀπεπειρᾶτο ὁ Δαρεῖος τῶν Ελλήνων ὅ τι ἐν νόῳ ἔχοιεν, κότερα πολεμέειν ἑωυτῷ ἢ παραδιδόναι σφέας αὐτούς διέπεμπε ὦν κήρυκας ἄλλους ἄλλῃ τάξας ἀνὰ τὴν Ἑλλάδα, κελεύων αἰτέειν βασιλέϊ γῆν τε καὶ ὕδωρ» (Ηροδότου Ιστορίαι, Ερατώ). Η ιστορική μνήμη καταγράφεται εδώ και 2.512 χρόνια. Οσες φορές μάς προτάθηκε με δελεαστικά ανταλλάγματα να προσφέρουμε «γην τε και ύδωρ» αρνηθήκαμε. Πληρώνοντας συνειδητά το βαρύ αντίτιμο.

Να γιατί είμαστε σήμερα με την Ουκρανία και τον αγωνιζόμενο λαό της. Τιμώντας ενώπιον της Βουλής των Ελλήνων τη χώρα και τον πρόεδρό της Βολοντίμιρ Ζελένσκι, τιμούμε και τη δική μας ιστορία.

Πριν από ένα χρόνο, στις 11.4.2021, η «Κ» φιλοξένησε το σχετικό –διόλου συμπτωματικό– άρθρο μου «Στο κατώφλι της παγκόσμιας σύγκρουσης;». Κατέληγε: «Η Ελλάδα δογματικά προβάλλει διεθνώς την προσήλωση στη διεθνή νομιμότητα, στον Χάρτη του ΟΗΕ και στα βασικά κείμενα που ορίζουν την ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφάλειας (Τελική Πράξη Ελσίνκι, Χάρτα Παρισίων 1990). Δεν αποτελεί απλώς στάση αρχής. Προωθείται ταυτόχρονα το εθνικό μας συμφέρον. Υπό την προϋπόθεση ότι οι κανόνες αυτοί θα ισχύσουν από όλους για όλους έναντι όλων, η αξιωματική αυτή θέση μας κάνει τις επιλογές μας ευκολότερες. Ομως δεν θα είναι ούτε εύκολες ούτε ανώδυνες».

Θυμίζουμε και επικαλούμαστε την καταληκτική αυτή επισήμανση.