Καλοτάξιδος μου λένε. Καλοτάξιδος με το «Ποτάμι». Αυτή είναι η ευχή που ακούω συχνά τις τελευταίες μέρες. Με αφορμή τις ευρωεκλογές της 25ης Μαΐου. Ομολογώ με ξαφνιάζει. Γιατί πίστευα ότι είχα πια φτάσει στη δική μου Ιθάκη πριν τέσσερα χρόνια. Συνταξιούχος πια.

Η δική μου Ιθάκη ήταν αγνώριστη. Όχι λέω. Δεν είναι αυτή η Ιθάκη του δικού μου προορισμού. Δεν μπορεί αυτή να είναι η δική μου Ιθάκη. Αυτή η Ιθάκη είναι υποταγμένη. Χωρίς κύρος και αξιοπρέπεια. Την λοιδορούν. Περπατώ στην Ιθάκη του γυρισμού μου και βλέπω τον κόσμο σκυφτό. Αγέλαστο. Καταπονημένο. Απογοητευμένο. Χάθηκε η χαρά και το γέλιο στην Ιθάκη, λέω μέσα μου. Οι μνηστήρες την λεηλατούν. Ξέρουν ότι σ’αυτή την Ιθάκη δεν υπάρχει άλλος Οδυσσέας. Κατηφορίζω στο λιμάνι της Ιθάκης. Είναι γεμάτο νέους. Φεύγουν, λέω μέσα μου. Την εγκαταλείπουν. Δεν θα μείνει κανένας νέος στο νησί.

Δεν το αντέχω. Τους ζητώ το λόγο. Γυρίζουν αλλού το κεφάλι τους. Μα και συ είσαι ένας από αυτούς μου απαντούν. Και συ είσαι σαν και εμάς μου λένε και οι μνηστήρες. Τόσα χρόνια μαζί είμαστε. Το ξέχασες; Γιατί τώρα γυρίζεις και κοιτάς αλλού; Τόσα χρόνια τι έκανες; Δεν έβλεπες γύρω σου τι γινόταν; Βολεμένος και συ έκλεινες τα μάτια σου. Άσε που ξέχασες και τα παλιά. Ξέχασες τα οράματα, τους αγώνες, τα ιδανικά.

Η απόφασή μου να κατέβω υποψήφιος με το «Ποτάμι» είναι η μία Ασκητική Πράξη. Είναι η δική μου αντίδραση. Πάνω απ’ όλα όμως είναι μια πράξη αυτογνωσίας, αυτοσεβασμού και αυτοκριτικής.

Το ταξίδι μου σαν διπλωμάτη ταυτίστηκε με τα καλύτερα χρόνια της Ιθάκης. Τότε ήταν πάνω. Ψηλά. Με μεγάλη απόσταση από τα γειτονικά νησιά. ‘Ενας καλός κυβερνήτης της είχε φροντίσει να βρίσκουν ασφαλές καταφύγιο τα πλοία της. Το λιμάνι το έλεγαν Ευρώπη.

Απ’ όλα τα νησιά του Αρχιπελάγους, μόνο η Ιθάκη είχε αυτό το προνόμιο. Ναι, ασφαλές καταφύγιο. Αποκλειστικό προνόμιο.
Τα γειτονικά νησιά, άλλα με ζήλο, άλλα με ζήλια ήθελαν να την φθάσουν, να την ξεπεράσουν.

Μέσα σε λίγα χρόνια κυβερνήτες, πολίτες και μέτοικοι άλλαξαν τρόπο ζωής. Έχασαν το μέτρο. Στη Πολιτεία της Ιθάκης οι πολιτικοί σπαταλούσαν αλόγιστα την πολιτική και τα ταμεία, ενώ εμείς, οι πολίτες της, έδειχναν να το απολαμβάνουν.

Ξαφνικά μια μέρα ήλθε από το ακριτικό νησί του αρχιπελάγους ένας κυβερνήτης και μας είπε: «Τα ταμεία είναι άδεια, δεν έχουμε παραγωγή, δεν έχουμε εμπόριο, δεν, δεν…». Πρέπει να δανειστούμε. Να υποταχθούμε. Η αρχή του τέλους και το τέλος μιας αρχής.

Η οικογένειά μου, οι γονείς μου, παρά τις μεγάλες δυσκολίες, μού πρόσφεραν τα πάντα. Η πατρίδα μου με σπούδασε, μου έδωσε υποτροφίες, επένδυσε σε μένα, με τίμησε δίνοντας μου την δυνατότητα να την υπηρετήσω. Της οφείλω τα πάντα. Τι ήθελε από μένα;
Περίμενε να σταθώ στα πόδια μου, να σταθώ όρθιος, να την υπηρετώ με πίστη και με αυταπάρνηση. Να μην λοξοδρομώ.

Για μένα το «Ποτάμι» είναι ταυτόχρονα η επιστροφή στις ρίζες μου, στις πηγές της ελπίδας, της αισιοδοξίας, της πίστης και των αγώνων. Περπατώντας εκεί γύρω από το Πανεπιστήμιο στη Σόλωνος λέω στον εαυτό μου: «Μπορείς, θέλεις, πρέπει». Έτσι αρχίζει και ένα νέο ταξίδι.

Προσπάθησα να σταθώ με αξιοπρέπεια όλα αυτά τα χρόνια. Να μπορώ να κοιτάζω στα μάτια τους φίλους από παλιά, τους φίλους χωρίς εισαγωγικά. Νιώθω ενοχές για τις περιπτώσεις που δεν το έκανα.

Ναι, αυτή είναι η ώρα της ανάληψης ευθυνών. Αναλαμβάνω το μερίδιο της ευθύνης που έχω και μου αναλογεί. Γιατί έχω και εγώ ευθύνη. Το ίδιο μάταια περίμενα, ακόμη περιμένω, να πράξουν όλοι. Πρωτίστως οι κατ’ επάγγελμα πολιτικοί.

Οι πολιτικοί μας πρέπει οι ίδιοι να αντιληφθούν τη χρησιμότητα μιας πράξης ανάληψης ευθυνών. Με ειλικρίνεια. Η ανάληψη ευθύνης θα βοηθήσει στη διάσωση της αξιοπιστίας και του κύρους της πολιτικής.

Η κατάντια μας δεν είναι αποτέλεσμα ή συνέπεια αριθμητικής και αριθμών. Μιλώντας στη Βουλή των Ελλήνων στις 10 Οκτωβριου 1911, ο Ελευθέριος Βενιζέλος τόνιζε ότι «Τα Εθνη που ζητούν με επαιτεία να προαγάγουν τα συμφέροντά τους δεν εμπνέουν σε κάθε αμερόληπτο κριτή παρά μόνο περιφρόνηση».

Αυτή, η σημερινή Ελλάδα δεν είναι αποτέλεσμα μιας συνωμοσίας. Είναι αποτέλεσμα πολιτικών ευθυνών και ανευθυνότητας. Είναι αποτέλεσμα συμπεριφοράς μιας ολόκληρης ιθύνουσας τάξης. Μιας τάξης που βάζει τα συμφέροντά της πάνω από το μέλλον των επόμενων γενιών. Εγώ τουλάχιστον αισθάνομαι ενοχή και ευθύνη.

Έχω υποχρέωση απέναντι στα παιδιά μου και στα εγγόνια μου να τους παραδώσω μια Πατρίδα σαν αυτή που μας άφησαν οι δικοί μας γονείς. Με κύρος και αξιοπρέπεια.

Όσο Ζω Ελπίζω. Όσο Ελπίζω Πιστεύω. Όσο Πιστεύω Μπορώ. Ναι μπορώ και εγώ να κάνω κάτι. Όσο πιο πολλοί είμαστε μαζί στο ταξίδι, τόσο μεγαλύτερη δύναμη έχουμε.

Στο κάτω κάτω, αυτό που αξίζει πηγαίνοντας στην Ιθάκη είναι Το Ταξίδι.