Μερικές σκέψεις για το μεταβαλλόμενο περιεχόμενο των εθνικών θεμάτων: Κυπριακό και Όνομα πΓΔΜ.
Να μια ακόμη έννοια που πρέπει να αναθεωρηθεί . Στη πορεία μου, σαν διπλωμάτης, ομολογώ ότι είχα πάντοτε μπροστά μου σε καθημερινή βάση το πακέτο των λεγομένων εθνικών θεμάτων με τα οποία γαλουχήθηκε η δική μας γενιά διπλωματών, στρατιωτικών, πολιτικών, δημοσιογράφων, ακαδημαϊκών κλπ.
Το Κυπριακό κυριαρχούσε όταν ήμουν παιδί στην ατμόσφαιρα και στη καθημερινότητα των εθνικών ερεθισμάτων (χρησιμοποιώ τον όρο όπως χρησιμοποιείται στη πολιτική κοινωνιολογία). Ήταν στη κορυφή των προτεραιοτήτων και του εθνικού μας πάθους, ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του ’50.
Στην αρχή και για κάμποσα χρόνια με καθαρά αντί-βρετανικό περιεχόμενο, συνέπεια και αποτέλεσμα της αποικιοκρατικής και απάνθρωπης μεταχείρισης των Κυπρίων αγωνιστών. Αλήθεια πόσοι θυμούνται σήμερα το σύνθημα ”ΕΝΩΣΙΣ” και τις εκατοντάδες χιλιάδες διαδηλωτών στο Σύνταγμα και στα Προπύλαια; Toόνομα Χάρντινγκ θυμίζει τίποτα; Εδώ στο Χαλάνδρι, όχι μακριά από το σπίτι μας, υπάρχει η οδός Καραόλη και Δημητρίου. Φαντάζομαι τι απαντήσεις θα έπαιρναν οι ανά την Ελλάδα δημοσκόποι αν ζητούσαν να προσδιορισθεί η ταυτότητα τους.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’60, το Κυπριακό εξακολουθούσε να είναι το κυρίαρχο θέμα εξωτερικής πολιτικής. Η Αυτοδιάθεση ως στόχος αντικατάστησε, μέσα σε μια νύκτα κυριολεκτικά, την Ένωση. Η Αθήνα προσπαθούσε να καταλάβει τι ακριβώς συμβαίνει και τι ακριβώς σημαίνει. Με σημαντικές, ουσιαστικές διαφορές και μεταλλάξεις που προδιέγραψαν, μαζί με τα δικά μας λάθη (Αθηνών και Λευκωσίας) τη τραγική συνέχεια. Η Μεγάλη Βρετανία, αποφάσισε να κάνει ένα βήμα πίσω, επιλέγοντας το παρασκήνιο, αφού όμως επωφελήθηκε και των δικών μας εσφαλμένων υπολογισμών, φέρνοντας στο προσκήνιο τη Τουρκία.
Το Κυπριακό, σαν το κυρίαρχο εθνικό μας θέμα και πρόβλημα θέμα, είχε πλέον καθαρά αποκλειστικό σημείο αναφοράς τη τουρκική πολιτική και συμπεριφορά. Τον Ιούλιο του 1974 εκδηλώθηκε το απο τη Χούντα των Αθηνών εκπορευόμενο πραξικόπημα στη Κύπρο. Ο Αττίλας 1, και τον Αύγουστο ο Αττίλας 2. Τον Δεκέμβριο του 1978, αν δεν σφάλλω, δόθηκε επίσημα στη δημοσιότητα -η Έκθεση καταπέλτης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (πριν μετονομασθεί σε Δικαστήριο) Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για τις τουρκικές ωμότητες στη Κύπρο. Προϊόν, αποτέλεσμα και συνέπεια των διαδοχικών διακρατικών προσφυγών της Κύπρου κατά της Τουρκίας, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Για μεγάλο χρονικό διάστημα η Έκθεση ήταν σημαντικό πολιτικό και διπλωματικό όπλο της Κυπριακής Δημοκρατίας. Μήπως θα ήταν χρήσιμο και σκόπιμο να βγει από τα συρτάρια εκ νέου; Μήπως θα πρέπει να εξετασθεί η σκοπιμότητα και δυνατότητα να περιληφθεί και πάλι στη διπλωματική φαρέτρα της Λευκωσίας; Αρκεί να θυμηθούμε το περιεχόμενο της. Αφορά στις ωμότητες που έγιναν από το στρατό εισβολής και κατοχής χώρας-μέλους του ΝΑΤΟ, υποψήφιας για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Οι ωμότητες αυτές όπως καταγράφονται και περιγράφονται από τον πλέον αναγνωρισμένο και έγκυρο δικαιακό θεσμό της Ευρώπης δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από τις σφαγές και την εξόντωση αμάχων για τις οποίες καταδικάστηκαν από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο δικτάτορες της Αφρικής. Η ακόμη και των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας που διέπραξαν οι καταδικασμένοι από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία (ICTY).
Της τουρκικής εισβολής στη Κύπρο προηγήθηκε η απόσυρση από τη δικτατορική κυβέρνηση (Δεκέμβριος 1967) της ελληνικής μεραρχίας από τη Κύπρο –είχε αποσταλεί με μυστικότητα επί κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου και η ανοικτή πια ρήξη, που επιβεβαιώθηκε και με επιστολές, μεταξύ Αθηνών και Λευκωσίας λίγο πριν από την εκδήλωση του πραξικοπήματος το 1974. Να θυμηθώ επίσης ότι πριν από την εισβολή στη Κύπρο, η Τουρκία έδειξε ”τα δόντια της ” στην Ελλάδα, όταν τη 1η Νοεμβρίου 1973 δημοσίευσε στη (τουρκική) Εφημερίδα της Κυβέρνησης την εκχώρηση άδειας για έρευνες στο Αιγαίο με συντεταγμένες και συνοδευτικό χάρτη που περιελάμβανε και ελληνικές περιοχές .
Διερωτώμαι αν αυτές τις “λεπτομέρειες” τις ξεχνούν οι νοσταλγοί και θαυμαστές των δικτατόρων που σήμερα προωθούν το σύνθημα ”δικαιωθήκαμε”. Ενώ συμπληρώνονται ήδη 40 χρόνια από το πραξικόπημα κατά της νόμιμης κυβέρνησης της Κύπρου και τη τουρκική εισβολή και συνεχιζόμενη κατοχή στη Κύπρο. Ποιος δικαιώθηκε αλήθεια;
Σκοπός μου δεν είναι να κάνω την αποτίμηση του Κυπριακού. Άλλοι, διπλωμάτες και πολιτικοί, το έχουν χειρισθεί πιο άμεσα. Απλά ήθελα να καταγράψω αποσπασματικά μερικές σκέψεις. Mε απασχολεί η ανάλυση της μεταβαλλόμενης έννοιας, του χαρακτήρα και του περιεχομένου ενός Εθνικού Ζητήματος.
Το 1991-1993 το σύγχρονο Μακεδονικό Ζήτημα, το οποίο πιστεύω ότι κακώς ορισμένοι εθελοτυφλούν και το αποκαλούν Σκοπιανό, γνώρισε μια άνευ προηγουμένου πολιτική και διπλωματική κινητοποίηση της χώρας μας και προκάλεσε πάθος στη κοινή γνώμη. Έχω υπόψη μου τα αποτελέσματα μιας δημοσκόπησης που έδειχνε, την εποχή εκείνη, ότι στην ιεράρχηση των λεγόμενων εθνικών μας ζητημάτων το ζήτημα των σχέσεων μας με τη πΓΔΜ ήταν στη κορυφή, αφήνοντας κατά πολύ πίσω στη κρίση μας το Κυπριακό και τις τουρκικές διεκδικήσεις στο Αιγαίο.
Το ζήτημα της ονομασίας παραμένει σε εκκρεμότητα. Η πολιτική της κυβέρνησης της γειτονικής πΓΔΜ οδήγησε σε επιβάρυνση από πλευράς των Σκοπίων -με επιστολή του κ. Γκρουέβσκι προς τον τ. Πρωθυπουργό Κώστα Καραμανλή, τον Ιούλιου 2009- της ημερήσιας διάταξης με τη έγερση θέματος ”μακεδονικής μειονότητας” στην Ελλάδα. Το ζήτημα των εθνικών μειονοτήτων, όπου υπάρχουν εάν και εφόσον υπάρχουν, σχετίζεται με τη ταυτότητα και τη γλώσσα.
Είναι τουλάχιστον καθαρό στη σκέψη και την ανάλυση μου ότι το σλαβομακεδονικό κατεστημένο των Σκοπίων, που προφανώς νοσταλγεί αν δεν επιδιώκει το Γιουγκοσλαβικό μοντέλο και δομές, εγείρει επίσημα με την επιστολή Γκρουέβσκι θέμα ταυτότητας των Ελλήνων Μακεδόνων. Άρα και ζήτημα της ελληνικότητας ενός μέρους της επικράτειας της Ελλάδος.
Δυστυχώς, λόγω των τραγικών μας λαθών στη Χάγη, η Απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου, πέραν της καταδίκης μας για το Βουκουρέστι, ερμήνευσε κατά τρόπο αρνητικό για τα συμφέροντα της Ελλάδος το σύνολο σχεδόν των θεμελιωδών διατάξεων της Ενδιάμεσης Συμφωνίας αλλά και την Απόφαση 817 (7 Απριλίου 1993) του Συμβουλίου Ασφαλείας.
Η Ενδιάμεση Συμφωνία έχει κατακρεουργηθεί και κατά συρροή καταστρατηγηθεί. Εν τούτοις, απουσία εναλλακτικής στρατηγικής από το 1995 και μετά, για την οποία έχουμε ευθύνη πολιτικοί και διπλωμάτες, εξακολουθούμε να δεσμευόμαστε από μια Συμφωνία που έχει επίσημα, από τον Δεκέμβριο του 2011 ερμηνευθεί από το ανώτατο Διεθνές Δικαστήριο κατά τρόπο που συμφέρει τα Σκόπια και εξυπηρετεί τη πολιτική τους.
Δεν είναι κατά συνέπεια δυνατό, χρήσιμο και σκόπιμο να υπάρξει οποιαδήποτε λύση που δεν θα ξεκαθαρίζει πέραν του ζητήματος της ονομασίας της πΓΔΜ, την ονομασία της εθνότητας, της γλώσσας, των εμπορικών σημάτων, των προϊόντων κλπ.
Κάτι ακόμη.
Δεν είναι νομίζω υπερβολικό να ομολογήσουμε ότι οι κινήσεις της Ελλάδος, παρά την Απόφαση -κόλαφο του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, έχουν σε μεγάλο βαθμό διευκολυνθεί από τις εκφάνσεις της πολιτικής του πρωθυπουργού της πΓΔΜ κ. Νίκολα Γκρουέφσκι. Οι προκλήσεις του, ο πρωτόγονος και εθνικιστικός του πολιτικός λόγος σε συνδυασμό με τη πολυδάπανη πολιτική της ”κιτς αρχαιοποίησης”, την χειραγώγηση των μέσων ενημέρωσης και τη φίμωση των πολιτικών του αντιπάλων τον έχουν καταστήσει αντιπαθή σε σημαντικά κέντρα εξουσίας. Όσο και αν ορισμένοι προσπαθούν να επιχειρηματολογήσουν λέγοντας ”άλλο πράγμα η χώρα και ο λαός της και άλλο ο Γκρουέφσκι”, όπως πρόσφατα άκουσα από ένα μετριοπαθή ευρωπαίο διπλωμάτη στην Αθήνα, γεγονός είναι ότι όσο παραμένει ο κ. Νίκολα Γκρουέφσκι στη εξουσία, τόσο ευκολότερο είναι το έργο της Αθήνας.
Η εκτίμηση μου είναι ότι ακόμη και αν υπάρξει κυβερνητική αλλαγή στα Σκόπια, την οποία πάντως δεν βλέπω να έρχεται, οι ελπίδες και οι προσδοκίες για αύξηση των πιθανοτήτων επίτευξης συμφωνίας -σύμφωνα με τη επίσημη θέση που έχουμε υιοθετήσει από το 2007 και μετά- δύσκολα θα μπορούσαν να υλοποιηθούν.
Η Συνάντηση Κορυφής του ΝΑΤΟ
Χρήσιμο θα ήταν, ενόψει μάλιστα και της Συνάντησης Κορυφής του ΝΑΤΟ στο Κάρντιφ (4-5 Σεπτεμβρίου στο Celtic Manor), η ελληνική πλευρά να επεξεργασθεί και να δημοσιοποιήσει από τώρα το πλαίσιο των θέσεων της με αιχμή του δόρατος το ζήτημα της ”καλής γειτονίας”. Τον εμπλουτισμό δηλαδή του στόχου που έχει δημοσιοποιηθεί από το 2007 με το σύνολο των στοιχείων που έχει στη διάθεση της η Αθήνα τα τελευταία χρόνια από τις προκλήσεις των κυβερνήσεων Γκρουέφσκι. Χρειάζεται δηλαδή μια νέα ουσιαστική τεκμηρίωση των θέσεων μας και αντίστοιχη επικοινωνιακή πολιτική στις ΗΠΑ με ενεργοποίηση από τώρα του Hellenic Caucus του Κογκρέσου και σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες.
Ας έχουμε επίσης υπόψη ότι τουλάχιστον σε δύο περιπτώσεις από τον Οκτώβριο του 2013 μέχρι σήμερα, η κυβέρνηση των Σκοπίων έχει υποβάλει ερώτημα μαζί με ορισμένα στοιχεία στους αδρά αμειβόμενους νομικούς που είχε στη διάθεση της στη Χάγη για κατάθεση νέας προσφυγής κατά της Ελλάδος. Επί τη βάσει του Άρθρων 167, 168, 169 και 170 της Απόφασης της Χάγης της 5ης Δεκεμβρίου 2011.
Υπάρχουν βέβαια ακόμη ορισμένοι που πιστεύουν ότι ο κ. Μάθιου Νίμιτς δρα ανεξάρτητα. Θέλω να ελπίζω ότι ο αιφνιδιαστικός τρόπος που κινήθηκε πρόσφατα στο Βερολίνο, ανεξαρτήτως αποτελέσματος, θα διέλυσε και τις τελευταίες αμφιβολίες. Όπως έπραξε κατά κανόνα και συστηματικά τη τελευταία δεκαετία, στη κρίσιμη προ του Κάρντιφ περίοδο να προσπαθήσει να βοηθήσει τη πΓΔΜ.
Αυτό έπραξε τον Οκτώβριο του 2005, αυτό έπραξε την 25 Μαρτίου 2008, υποβάλλοντας πρόταση εντελώς διαφορετική των προτάσεων που είχε υποβάλει ένα μήνα νωρίτερα. Αυτό έπραξε και το 2013. Αυτό θα πράξει και στο προσεχές διάστημα.
Να γιατί χρειαζόμαστε από τώρα ένα σχέδιο δράσης και οδικό χάρτη ενεργειών μέχρι το Καρντιφ. Ταυτόχρονα με μια προσεγμένη δημόσια – εκτός συνόρων εννοώ – επικοινωνιακή πολιτική.
Τέλος, μόνιμη πια επωδός: να μη λησμονούμε και παραγνωρίζουμε τη σημασία του δημοψηφίσματος. Να αντιληφθούν επίσης όσοι πολιτικοί μας ταγοί έχουν το χρόνο και τη διάθεση να ασχοληθούν με το Υπουργείο Εξωτερικών και με τα θέματα αυτά, ότι στη καμπή που βρίσκεται η Ελλάδα σήμερα, χρησιμοποιώ προσεκτική ορολογία, το πολιτικό – διπλωματικό όπλο του δημοψηφίσματος είναι χρήσιμο, αποτρεπτικό και αποτελεσματικό.