Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “Άμυνα και Διπλωματία”, τεύχος Ιούλιος 2015
Πριν από λίγες μέρες, βρέθηκα στην Κόρινθο με την ευκαιρία της πρόσφατης κυκλοφορίας του βιβλίου ενός νέου επιστήμονα, του Βασιλείου Μπαλάφα, με τίτλο «Ο Αγωγός Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη στη Διεθνή Πολιτική – Μία συστηματική πολυεπίπεδη ανάλυση της Ελληνικής Πολιτικής της περιόδου 2006-2009» (εκδόσεις ΙΝΦΟΓΝΩΜΩΝ).
Το θέμα που πραγματεύεται το βιβλίο, όσο και η πρόσφατη υπογραφή στη Μόσχα της ελληνορωσικής, μη νομικά δεσμευτικής, Συμφωνίας (βλ. Άρθρο 7 εδάφιο 4 του δημοσιευθέντος Κειμένου), είναι βέβαιον οτι καθιστούν αυτό το βιβλίο ιδιαίτερα επίκαιρο. Κυρίως όμως διδακτικό. Ειδικά σε ό,τι αφορά και συμβαίνει στην Ελλάδα. Διδακτικό για τη σύγχυση μεταξύ της πολιτικής των προθέσεων και των προθέσεων των πολιτικών. Αποτελεί, συνεπώς, ένα πολύτιμο βοήθημα σε όποιον θέλει να αντιληφθεί, γιατί η απόσταση μεταξύ λόγων και έργων είναι ένα διαχρονικό σύμπτωμα της ελληνικής πραγματικότητας. Πολιτικής και όχι μόνο.Η ενεργειακή μας πολιτική δεν είναι ο μόνος τομέας, η μόνη δράση στην οποία, ανάγλυφα, εμφανίζονται τα συμπτώματα αυτά. Είναι όμως η δράση, όπου ίσως έχουν την πιο έντονη παρουσία οι ανεξήγητες για τους μεν, ευεξήγητες για μένα, διακυμάνσεις και ανατροπές. Είχα την τύχη να είμαι ήδη, από το Δεκέμβριο του 1994, ο εκπρόσωπος του τότε υπουργού Εξωτερικών Κάρολου Παπούλια σε μία άτυπη επιτροπή που τακτικά συνεδρίαζε στην Κηφισιά, στα γραφεία του «πατέρα του αγωγού», αείμνηστου πια, Νίκου Γρηγοριάδη.
Τις μέρες αυτές, συμπληρώθηκαν 20 χρόνια από την υπογραφή του πρώτου διμερούς ελληνοβουλγαρικού κειμένου στο οποίο διατυπώνεται σαφώς η ενεργός στήριξη των δύο κυβερνήσεων στην υλοποίηση του Αγωγού. Η Κοινή Διακήρυξη υπεγράφη στην Αθήνα (στους κήπους της Βουλγαρικής Πρεσβείας) στις 20 Ιουνίου 1995 από τους πρωθυπουργούς Ζαν Βίντενωφ και Ανδρέα Παπανδρέου. Μαζί με τον τότε Διευθυντή της Διεύθυνσης Βαλκανικών Υποθέσεων του ΥΠΕΞ, πρέσβη Δημήτρη Κυπραίο, είχαμε διαπραγματευθεί το κείμενο. Μάλιστα, όπως προκύπτει απο το ημερολόγιό μου, είχαμε δύο παράλληλες διαπραγματεύσεις στην Αθήνα που ξεκίνησαν, πριν από την έναρξη της επίσκεψης Βίντενωφ. Η επίσημη -ας την ονομάσουμε έτσι- δεν προχωρούσε ικανοποιητικά λόγω και ορισμένων ενδοκυβερνητικών διαφορών στην κυβέρνηση της Βουλγαρίας και δη μεταξύ του πρωθυπουργού Βίντενωφ και του τότε υπουργού Εξωτερικών Γκεόργκι Πιρίνσκι. Επικεφαλής της βουλγαρικής αντιπροσωπείας ήταν ένας φίλος, εξαίρετος διπλωμάτης, ο Κόστα Αντρέγιεφ και της ελληνικής ο Δημήτρης Κυπραίος.
Ταυτόχρονα, εν αγνοία των περισσοτέρων, γινόταν μια παράλληλη διαπραγμάτευση με σύμβουλο του κ. Βίντενωφ. Χρήσιμη και καθοριστική, σε συγκεκριμένη στιγμή, ήταν η συμβολή και του πρέσβη Δημήτρη Καραϊτίδη, διπλωματικού συμβούλου του τότε πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου. Αυτά τα γράφω για την ιστορία. Αποτελούν μια καταγραφή συγκεκριμένων ενεργειών και δράσεων που είχαν αποτέλεσμα. Άλλοτε συνοδεύοντας τον υπουργό Εξωτερικών Κάρολο Παπούλια, άλλοτε μαζί με τον πρέσβη Κυπραίο, πρέπει να επισκεφθήκαμε τη Σοφία πάνω απο πέντε φορές μέσα στο 1995 και άλλες τόσες τη Μόσχα. Ήταν ένας διπλωματικός μαραθώνιος.
Το Σεπτέμβριο του 2009, μια σημαντική δήλωση του Γιώργου Παπανδρέου, από τη θέση του αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης που επέλαυνε προς την εξουσία (είχαν προκηρυχθεί ήδη οι εκλογές μετά το διάγγελμα του πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή), ερμηνεύθηκε οτι έδινε τέλος στον αγωγό. Ο πολύπαθος μεν, πολυδιαφημισμένος δε, αγωγός μεταφοράς αργού πετρελαίου Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολης ήταν για 15 περίπου χρόνια η «Μεγάλη Ενεργειακή Ιδέα» μιας «άλλης Ελλάδας». Της Ελλάδας που κυριαρχούσε στην ΝΑ Ευρώπη, στα Βαλκάνια, ως η «χώρα πρότυπο» της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ. Της Ελλάδας που αποτελούσε την «πετυχημένη ιστορία» στην περιοχή της. Της Ελλάδας που ενίοτε με θαυμασμό, πολλάκις με φθόνο, συχνά δε με φανερή ενόχληση οι γείτονές της υποχρεώθηκαν να της αναγνωρίσουν, τουλάχιστον για μια δεκαπενταετία, την πολιτική και οικονομική πρωτοκαθεδρία. Να της αναγνωρίσουν, επίσης, και το ρόλο αγωγού-γέφυρας με την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ. Εκείνη η ισχυρή Ελλάδα-πρότυπο δεν υπάρχει πια. Ο αγωγός Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολης ήλθε ακριβώς τότε, εκείνη την εποχή, στην κατάλληλη στιγμή σαν το επιστέγασμα ή σαν το «φωτοστέφανο» εκείνης ακριβώς της άλλης Ελλάδας. Δεν κρύβω ότι, συχνά, νοσταλγώ εκείνες τις σελίδες του Ημερολογίου μου.
Επιστροφή, τώρα, στην πραγματικότητα! Όταν διάβασα τη μεταπτυχιακή εργασία του κ. Βασιλείου Μπαλάφα, τον οποίο γνώρισα στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, στην Κόρινθο, κατάλαβα οτι αυτό το πόνημα δεν έπρεπε να μείνει μόνο στην αξιόλογη βιβλιοθήκη του νεότερου και εξαιρετικού αυτού πανεπιστημίου της Ελλάδος. Έπρεπε να γίνει κτήμα περισσοτέρων. Των πολλών. Από την πλευρά μου, σπεύδω να σταθώ σε δύο σημεία:
1. Στην ανάγκη εθνικής συνεννόησης και συναίνεσης -στο μέτρο του εφικτού- στα ζητήματα που αφορούν στα εθνικά μας συμφέροντα. Η ενέργεια ανήκει κατεξοχήν στη κατηγορία αυτή. Το κράτος και τα εθνικά συμφέροντα έχουν συνέχεια. Οι κυβερνήσεις έρχονται και παρέρχονται. Μια χώρα δεν μπορεί να διεκδικεί εύσημα σοβαρότητας, όταν οι ενεργειακές της σχέσεις, για παράδειγμα με τη Ρωσική Ομοσπονδία, μεταβάλλονται, ανατρέπονται, διορθώνονται και ξαναρχίζουν από το μηδέν ή κοντά στο μηδέν κάθε 18 μήνες ή κάθε δύο ή τρία χρόνια. Δηλαδή, μετά από κάθε κυβερνητική αλλαγή στην Ελλάδα. Η εποχή των κυβερνήσεων διαρκείας τετραετιών και βέβαια οκταετιών δείχνει δυστυχώς, διότι προκύπτει αλλοίωση του πνεύματος του Συντάγματος, να έχει παρέλθει.
Ο αγωγός Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολης ήταν θύμα μίας τέτοιας κυβερνητικής αλλαγής που έφερε και αλλαγή πολικής και στάσης απέναντι στο σχέδιο. Για να εξασφαλισθεί η συνέχεια και η μετάβαση από τον ενεργειακό σχεδιασμό, στη συμφωνία και μετά στην υλοποίηση, επιβάλλεται η μεγαλύτερη δυνατή πολιτική συναίνεση. Η κατασκευή και λειτουργία οποιουδήποτε αγωγού, από τη στιγμή της σύλληψης της ιδέας μέχρις ότου ανοίξει η στρόφιγγα, χρειάζεται, τουλάχιστον, μία δεκαετία.
Θυμίζω ότι οι διακρατικές διαβουλεύσεις για τον αγωγό Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολης ξεκίνησαν στα τέλη του 1994. Το σχέδιο υλοποίησής του στηρίχθηκε συστηματικά από όλες τις κυβερνήσεις της Ελλάδας μέχρι το Σεπτέμβριο του 2009. Άρα, η ενδο-ελληνική συνεννόηση και η πολιτική συναίνεση πρέπει να είναι συνθήκη «εκ των ων ουκ άνευ» προκειμένου να προχωρήσουμε. Έτσι, αν μη τι άλλο, κάθε Πρωθυπουργός θα σταθμίζει καλύτερα τα περιθώρια πολιτικής στήριξης που διαθέτει, το χρόνο που απαιτείται και το απόθεμα πολιτικού και διπλωματικού κεφαλαίου που διαθέτει, αποφεύγοντας κινήσεις που δεν έχουν εξασφαλισμένη την «επόμενη ημέρα».
2. Όσο και αν δεν αρέσει να ακούγεται, εν τούτοις είμαστε υποχρεωμένοι να παραδεχθούμε ότι μια χώρα που πατά γερά στα πόδια της και δεν είναι (ή έστω δεν θεωρείται) «κράτος-επαίτης», έχει μεγαλύτερα περιθώρια και δυνατότητες διαπραγμάτευσης. Είμαι μεταξύ αυτών που, εδώ και χρόνια, επιμένουν στη σημασία μίας ορθολογικής και προσεκτικής προβολής και αξιοποίησης του λεγόμενου «γεωπολιτικού χαρτιού». Προς την Ουάσιγκτον, κυρίως, αλλά όχι μόνον. Προς το ΝΑΤΟ, καθώς και προς την πλευρά συγκεκριμένων εταίρων και συμμάχων. Όχι όμως με άναρθρες και αδόκιμες δηλώσεις που απευθύνονται περισσότερο προς τα ευήκοα ώτα, των τηλεθεατών των δελτίων ειδήσεων.
Τονίζω δε, σε κάθε περίπτωση, ότι οι «αναντικατάστατες» αμερικανικές βάσεις στη Σούδα έχουν αποκτήσει τεράστια υπεραξία λόγω των συνεχών ανατροπών στην Μέση Ανατολή και στη Βόρεια Αφρική. Στα νέα, δηλαδή, μέτωπα πολεμικών συγκρούσεων. Θα πρέπει, επιτέλους, να μάθουμε ότι σε υπολογίζουν, όταν διεκδικείς και δεν είσαι μόνιμα δεδομένος. Αντίθετα προς ορισμένες τοποθετήσεις τις οποίες σέβομαι μεν, διαφωνώ δε. Επιμένω ότι η Ελλάδα θα θεωρείται πλέον ως απόλυτα δεδομένη και απομονωμένη στην περίπτωση που οδηγηθεί εκτός Ευρωζώνης και στη συνέχεια εκτός των κέντρων και διαδικασιών λήψεως αποφάσεως της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Πρέπει να αναλάβουμε, ο καθένας χωριστά και όλοι μαζί, τις ευθύνες που μας αναλογούν. Ώστε τα παθήματα να μην μας γίνονται «αναπόσταστη της φύσεως έξις». Παρότι οι μεγαλόστομες διακηρύξεις που πρόσφατα ακούστηκαν πάλι για μεγαλόπνοους ενεργειακούς σχεδιασμούς και αγωγούς, μάλλον δεν επιβεβαιώνουν το συμπέρασμα αυτό. Εν τέλει, η έξις προς την υπερβολή και η έλλειψη του μέτρου ήταν και παραμένει η μόνιμη μας φύσις.
3. Κλείνοντας αυτό το σημείωμα θα ήθελα να αναφερθώ στη αμερικανική θέση που ήταν σαφής εξαρχής: ουδέποτε τον θεώρησε ως προτεραιότητα. Πώς εκδηλώθηκε η στάση αυτή;
– α) Στην αρχική φάση του Σχεδίου, το 1994 και εντεύθεν, η αντίθεση (γιατί περί αυτής πρόκειται) συνδεόταν με την ανάγκη-σημασία εξυπηρέτησης των αμερικανικών και όχι μόνο συμφερόντων μέσω της, κατά προτεραιότητα, προώθησης πετρελαιαγωγού Μπακού-Τιφλίδας-Τσεϊχάν (BTC) μέσω της Τουρκίας που κατέληγε στο Τσεϊχάν. Ο τότε πρέσβης των ΗΠΑ στην Αθήνα, Νίκολας Μπερνς, είχε εξαρχής εκμυστηρευθεί σε συνομιλητές του, με διπλωματική αβρότητα που πάντως δεν απέκρυπτε την πραγματικότητα, οτι η Ουάσιγκτον είχε άλλες προτεραιότητες.
– β) Μετά την έναρξη λειτουργίας του αγωγού BTC και την επίτευξη του βασικού στρατηγικού στόχου των ΗΠΑ που σημειωτέον, ως προς αυτό, ταυτιζόταν με τα συμφέροντα της Τουρκίας, η Ουάσιγκτον εμφανιζόταν αδιάφορη μεν, χωρίς ανοικτή στήριξη δε, στο σχέδιο Μπουργκάς–Αλεξανδρούπολη. Άρα, εξακολουθούσε να μην συνιστά προτεραιότητα για τον αμερικανικό σχεδιασμό.
– γ) Η τρίτη φάση, που, κατά την εκτίμηση μου, επανέφερε την αμερικανική αντίθεση στην πρώτη γραμμή, ήταν η χρονική «σύμπτωση» της περί υλοποίησής του πολιτικής απόφασης μεταξύ των Κώστα Καραμανλή, Βλαντιμίρ Πούτιν και Γκεόργκι Περβάνωφ στη τριετία 2006- 2008 με την παράλληλη προώθηση του αγωγού μεταφοράς ρωσικού φυσικού αερίου SOUTHSTREAM. Η οποία, σημειωτέον, ερμηνεύθηκε απο την Ουάσιγκτον ως εγκατάλειψη ή, στην καλύτερη περίπτωση, υποβάθμιση από την Αθήνα του αγωγού μεταφοράς αζερικού αερίου μέσω του ITGI.
Οφείλω να υπογραμμίσω οτι οι στενές σχέσεις ενεργειακής συνεργασίας με τη Ρωσία, που προώθησε ο πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής, δεν είχαν ούτε θα μπορούσαν να είχαν το χαρακτήρα αντίβαρου στις σχέσεις της Ελλάδος με το ΝΑΤΟ ή με την Ουάσιγκτον. Ήταν σίγουρα μια συνειδητή πολιτική που υπηρετούσε τα εθνικά συμφέροντα. Το σκεπτικό είναι απλό. Η ενεργειακή αλληλεξάρτηση της Ελλάδος, καθώς και της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή εν περιπτώσει μέρους αυτής, δεν μπορούσε να εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο απο έναν αγωγό φυσικού αερίου που διέρχεται μέσω της Τουρκίας.
Η δική μου προσωπική, αν θέλετε, ερμηνεία έχει και μια άλλη πτυχή: η κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή, ήδη στα πρώτα της βήματα, δέχθηκε απο την Administration Μπους-Τσένεϊ ένα πλήγμα: ήταν η αιφνιδιαστική αναγνώριση της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας με τη συνταγματική της ονομασία, την 4η Νοεμβρίου 2004. Μάλιστα, ενώ ήταν σε εξέλιξη ελληνική πρωτοβουλία τόσο προς την κυβέρνηση της πΓΔΜ, όσο και προς τον κ. Μάθιου Νίμιτς, για επίσπευση των συνομιλιών για την εξεύρεση αμοιβαίως αποδεκτής λύσης στο θέμα του ονόματος της γειτονικής μας χώρας. Η ενέργεια αυτή, της Ουάσιγκτον, κλόνισε τις σχέσεις εμπιστοσύνης σε βαθμό μεγαλύτερο αυτού που αφήσαμε τότε να φανεί. Ήταν ένα χτύπημα που άφησε βαθιά πληγή. Μετά την εκλογή του προέδρου Ομπάμα, το Νοέμβριο του 2008, οι σχέσεις μπήκαν σε σταθερή πορεία ανάπτυξης και βελτίωσης.